Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2020

Το μέλλον των Σαρακατσάνικων Συλλόγων.

 Μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και στις δεκαετές 1950-60 χάθηκε για πάντα σαν τρόπος ζωής και σαν διαφορετικό κοινωνικό σύνολο, μέσα στην ελληνική κοινωνία μία μεγάλη ποιμενική φυλή με τεράστια λαϊκή παράδοση που τα μέλη της αποκαλούνταν Σαρακατσαναίοι.

Η παραπάνω φυλή έζησε και επιβίωσε στον χώρο της βαλκανικής για πολλές χιλιάδες χρόνια σύμφωνα με πολλούς ανθρωπολόγους και κοινωνιολόγους.
Κάποιοι δραστήριοι συναφίτες εκείνης της εποχής βλέποντας ότι η σαρακατσάνικη κουλτούρα κινδύνευε να χαθεί έδρασαν πολύ γρήγορα.
Δημιουργήθηκαν σύλλογοι που ασχολήθηκαν αποκλειστικά με την καταγραφή και διάσωση της σαρακατσάνικης κουλτούρας. Τα πρώτα χρόνια η προσέλευση των Σαρακατσαναίων στους συλλόγους ήταν άμεση, οι σύλλογοι εκείνης της εποχής γέμισαν με Σαρακατσαναίους όλων των ηλικιών.
Τα χρόνια περνούσαν και οι σύλλογοι εδραιώνονταν . Δημιουργήθηκαν σχόλες χορού , καταγραφήκαν ήθη, έθιμα, τραγούδια, συνήθειες, δημιουργήθηκαν ανταμώματα, γράφτηκαν βιβλία, έγιναν εκδηλώσεις και σεμινάρια σχετικά με την ζωή των Σαρακατσαναίων.
Οι σύλλογοι Σαρακατσαναίων ανά την Ελλάδα πράγματι κατέβαλαν φιλότιμες προσπάθειες και κατέγραψαν ένα μεγάλο τμήμα της σαρακατσάνικης παράδοσης.
Με τα χρόνια όμως πολλοί σύλλογοι άρχισαν να ατενίζουν και ο πρώτος ενθουσιασμός άρχισε να χάνετε, σήμερα μάλιστα κάποιοι από αυτούς απλώς λειτουργούν μόνο στα χαρτιά.
Ψάχνοντας για τα αίτια αυτής της χαλάρωσης των συλλόγων οδηγούμαστε περισσότερο σε κοινωνικές συγκυρίες και λιγότερο σε συναφικές αδράνειες.
Πιστεύω ότι το βασικότερο λάθος των συλλόγων και των Σαρακατσάνων που ασχολήθηκαν με την σαρακατσάνικη κουλτούρα είναι ότι ταύτισαν την ζωή των προγόνων μας με τους χορούς και τα πανηγύρια, αφήνοντας στην άκρη έναν ολόκληρο τρόπο ζωής κάποιων ανθρώπων που μόνο πανηγύρια δεν έκαναν.
Στα περιοδικά, στις εφημερίδες και στην τηλεόραση η σαρακατσάνικη ζωή παρουσιάζεται σαν εύκολη με μια τεράστια τάση ρομαντισμού. Όμως τα πράγματα ήταν τελείως διαφορικά, ο σαρακατσάνικος τρόπος ζωής ήταν πολύ σκληρός, τόσο σκληρός στον οποίο επιβίωναν μόνο οι δυνατότεροι .
Νομίζω ότι αυτό το κομμάτι της παράδοσης μας δεν έχει προβληθεί όπως θα έπρεπε και έτσι οι περισσότεροι Έλληνες έχουν μπερδέψει την κουλτούρα μας, με τα πανηγύρια και τον υπέρμετρο ρομαντισμό χωρίς να ξέρουν ότι οι Σαρακατσαναίοι δεν έκαναν πανηγύρια, αλλά ανταμώματα, χωρίς μουσικά όργανα και αν είχαν κάποια μουσικά όργανα αυτά ήταν λίγα και αυτοσχέδια.
Οι συναφίτες που έχουν πια σαρακατσάνικα βιώματα είναι πια λίγοι. Για να μπορέσει ένας σύλλογος να επιβιώσει και η σαρακατσάνικη παράδοση να έχει μέλλον χρειάζονται νέοι. Οι νέοι με σαρακατσάνικη καταγωγή που τόσο πολύ τους έχουν ανάγκη οι σύλλογοι, κατά πλειοψηφία δεν ασχολούνται με το σινάφι γιατί δεν έχουν λόγους να το κάνουν. Έχουν πια τον δικό τους τρόπο ζωής, ακούνε την μουσική της αρεσκείας τους, και έχουν τις δικές τους παρέες και το χειρότερο οι περισσότεροι από αυτούς δεν τα βρίσκουν με τους παλιούς Σαρακατσαναίους.
Ένας σαρακατσάνικος σύλλογος χωρίς χορευτικό τμήμα και χωρίς το εβδομήντα της εκατό από τα μέλη του να αποτελείται από νέους κάτω των είκοσι ετών είναι θέμα χρόνου πότε θα σβήσει.
Παρ’ όλα αυτά είναι γεγονός ότι και σήμερα πολλοί σύλλογοι Σαρακατσαναίων σε όλη την Ελλάδα προσπαθούν να διασώσουν οτιδήποτε μπορούν από αυτή την παράδοση χιλιετηρίδων. Αλλά εδώ τίθεται το ερώτημα: πως θα σώσεις μια τόσο μεγάλη παράδοση την στιγμή που δεν ξέρεις ακριβώς ποια είναι αυτή η παράδοση και όχι μόνο, πολλοί από εμάς δεν ξέρουμε καν ποιοι ήταν πραγματικά οι Σαρακατσαναίοι.
Υπάρχουν πολλοί Έλληνες ανάμεσα τους και πολλοί Σαρακατσαναίοι που αν τους ρωτήσεις τι ήταν οι Σαρακατσαναίοι, θα σου απαντήσουν απλά ότι ήταν τσοπάνηδες στα βουνά, χωρίς να σκεφτούν ποτέ ποια λαϊκή παράδοση κουβαλούσαν μαζί τους αυτοί οι αγέρωχοι κάτοικοι των βουνών.
Αλλά και εμείς, που λέμε ότι είμαστε Σαρακατσαναίοι, καθίσαμε ποτέ να σκεφτούμε ποιοι ήταν πραγματικά οι πρόγονοι μας την εποχή που αποτελούσαν ξεχωριστό κοινωνικό σύνολο μέσα στην ελληνική κοινωνία; Από πού ήρθαν, πως ζούσαν, τι έτρωγαν, γιατί ήταν απομονωμένοι από τους υπόλοιπους Έλληνες, ποιους κανόνες και άγραφτους νόμους εφάρμοζαν για να διατηρούν τις απαιτούμενες ισορροπίες της σκληρής κοινωνία τους, πώς ντυνόντουσαν, τι φορούσαν πριν φορέσουν φουστανέλα, τι μουσικά όργανα χρησιμοποιούσαν, τα τραγούδια τους και οι χοροί τους κάτω από ποιες συνθήκες δημιουργήθηκαν, επηρεάσθηκαν από τους υπόλοιπους έλληνες και κατά πόσο και που έμαθαν τόσα πολλά πράγματα γύρω από την χλωρίδα και την πανίδα της Ελλάδος και τέλος πάντων τι ήταν εκείνο που τους έκανε να επιβιώσουν τόσες χιλιετίες κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες;
Σήμερα εμείς οι νεότεροι Σαρακατσαναίοι μαζευόμαστε σε ένα σύλλογο ή πάμε σε κάποιο αντάμωμα ακούμε ή τραγουδάμε διάφορα τραγούδια που λέμε ότι είναι σαρακατσαναίηκα, ακούμε διάφορα μουσικά όργανα που λέμε ότι είναι σαρακατσαναίηκα, φοράμε διάφορες παραδοσιακές στολές που λέμε ότι είναι σαρακατσάνικες, χωρίς να ξέρουμε κατά πόσο όλα τα παραπάνω αντιπροσωπεύουν την παράδοση μας.
Όμως η Σ. παράδοση ουσιαστικά είναι ο τρόπος ζωής των προγόνων μας που μεταδίδονταν από πατέρα σε γιο, από μάνα σε κόρη, από γιαγιά και παππού σε εγγονό και περιελάμβανε ,μύθους, παραμύθια, αινίγματα, ηρωικές πράξεις συγγενών και προγόνων , οικογενειακή ιστορία, προλήψεις, τρόπους συμπεριφοράς, κανόνες ηθικής κλπ . Είναι μια αντίληψη ζωής που στο μεγαλύτερο μέρος της δεν έχει καταγράφει και αν εχει καταγράφει είναι δύσκολο να την καταλάβει σαν τρόπο ζωής ένας νέος της εποχής μας.
Αγαπητοί φίλοι. Σήμερα πια, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε η εσχάτη γενιά Σαρακατσαναίων που έχει προσωπικά βιώματα από την πραγματική σαρακατσαναίηκη ζωή και ότι ο ρόλος μας και οι ευθύνες μας είναι τεράστιες.
Είμαστε η γενιά που πρέπει να πάρει τις σωστές αποφάσεις που θα καθορίσουν και θα εξασφαλίσουν την σαρακατσάνικη παράδοση.
Ήδη χάθηκε μισός αιώνας άδικα. Εκείνο που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι μας είναι ότι η φυλή μας υπήρξε και επιβίωσε κάποτε κάτω από ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες ,υπάρχουμε σήμερα διότι είμαστε απόγονοι νικητών. Οι πρόγονοι μας νίκησαν τον κατακτητή, το κρύο ,την ζεστή, την, βροχή, τις αρρώστιες ,την πείνα και πολλά αλλα ακόμη. Αν θέλουμε πραγματικά να τιμήσουμε τους προγόνους μας θα πρέπει να βρούμε τον τρόπο να υπάρχουμε και στο μέλλον. Για να το καταφέρουμε όμως αυτό πρέπει να γνωρίζουμε καλά τι είναι σαρακατσαναίηκη παράδοση με όλη την σημασία του όρου και να συνειδητοποιήσουμε ότι η παράδοση μας δεν είναι μόνο τραγούδια χοροί και φαγοπότια ,γιατί αν δεν το συνειδητοποιήσουμε είναι θέμα χρόνου πότε θα αφομοιωθούμε με όλους τους άλλους και θα εξαφανιστούμε για πάντα.
Αγαπητοί Συναφίτες για να μπορέσει η σαρακατσάνικη παράδοση να υπάρχει και για να μπορέσουν οι σύλλογοι να προσφέρουν πολιτιστικό έργο πρέπει να παρθούν κάποια μέτρα άμεσα.
Μια καλή πρόταση που θα μπορούσε να βοηθήσει την προσέλευση των νέων στους συλλόγους και να τους διατηρήσει ενεργούς είναι ότι τα διοικητικά συμβούλια θα πρέπει την πλειοψηφία τους να απαρτίζονται από εκπαιδευτικούς(1ον) η στρατιωτικούς(2ον) σαρακατσάνικης καταγωγής .
Οι εκπαιδευτικοί είναι οι επαγγελματίες που γνωρίζουν τον παλμό των νέων και λόγο πείρας θα βρουν τρόπους να τους προσελκύσουν στους συλλόγους. Πιστεύω επίσης ότι είναι οι επαγγελματίες που θα ενημερώσουν σωστά τους νέους και θα τους εξηγήσουν γιατί πρέπει να γυρίσουν στους σαρακατσάνικους συλλόγους και να ασχοληθούν με την παράδοση μας.
Επίσης μια καλή κίνηση θα ήταν η ακόλουθη. Οι Σαρακατσάνικοι σύλλογοι θα πρέπει να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους και συγκεντρώσουν τα μέλη τους. Κάθε σύλλογος θα πρέπει να προσκαλέσει τα μέλη του μέσω των μέσων ενημέρωσης η κοινωνικής δικτύωσης με σκοπό να ανανεωθούν οι πινάκες των Σαρακατσαναίων της περιοχής τους. Επίσης θα πρέπει να καλέσουν και τους Σαρακατσαναίους που δεν είναι καταγεγραμμένοι στους καταλόγους των συλλόγων .Εκεί σε αυτούς τους πινάκες θα καταγράφουν όλα τα οικογενειακά στοιχεία των μελλών του κάθε συλλόγου.
Σήμερα πια μπορούμε να το κάνουμε εύκολα και γρήγορα, υπάρχουν τα μέσα, υπάρχουν και οι τρόποι. Θέληση δεν ξέρω αν υπάρχει. Γιαυτο πρέπει άμεσα όλα τα διοικητικά συμβούλια από όλους τους συλλόγους της Ελλάδος να αντικατασταθούν από εκπαιδευτικούς. Αυτοί ξερουν να χειρίζονται και τους νέους και τα μέσα.
Λαμβάνοντας υπόψη την αλαζόνα και τον εγωισμό που εχουν κάποιοι συναφίτες μας καταλαμβάνοντας κάποιες θέσεις στα διοικητικά συμβούλια θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και τα παρακάτω μέτρα.
Κάθε διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να λειτούργει για δυο η το πολύ τέσσερα χρονιά.
Η ηλικία του πρόεδρου και του διοικητικού συμβουλίου θα πρέπει να είναι από σαράντα έως σαράντα πέντε ετών εκτός αν είναι συνταξιούχος που θα έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στα διοικητικά συμβούλια ανεξαρτήτου ηλικίας αλλα από δυο έως τέσσερα χρόνια.
Ο Πρόεδρος της ΠΟΣΣ και το διοικητικό συμβούλιο της ΠΟΣΣ επίσης θα πρέπει να υπηρετεί από δυο έως τέσσερα χρόνια και η ηλικία τους θα κυμαίνεται από σαράντα πέντε έως πενήντα ετών εκτός αν είναι συνταξιούχος και θα έχει το δικαίωμα να συμμετέχει στα διοικητικά της ΠΟΣΣ από δυο έως τέσσερα χρόνια.
Συναφίτες και συναφίτισες πενήντα με εξήντα χρόνια μετά την εξαφάνιση του τρόπου ζωής της φυλής μας ξέρουμε πια, ποια είναι η αλήθεια και τι ανήκει στην παράδοση μας όπως, ξέρουμε και τι πρέπει να πούμε στους νέους και όχι μόνο, πρέπει πια με μέριμνα των συλλόγων να καταλάβουν οι συνέλληνες ότι σαρακατσάνικος τρόπος ζωής μόνο χοροί και πανηγύρια δεν ήταν. Ηταν ένας κόσμος με μεγάλη λαϊκή παράδοση που αξίζει κάποιος να ασχοληθεί μαζί του είτε σαν κουλτούρα είτε σαν υπερήφανα είτε για πολλούς άλλους λογούς που οι εκπαιδευτικοί ξέρουν να τους βρουν και να τους προβάλουν για να τραβήξουν το ενδιαφέρον των νέων .
Υ/Σ. Σήμερα μπορούμε να κάνουμε πολλά διότι είναι η εποχή που έχουμε την αγάπη και την στήριξη της Ελληνικής κοινωνίας. Ας καταλάβουμε ότι αυτές οι συγκυρίες δεν κρατάνε για πάντα.

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

Τι έγραψε ο Μακεδονομάχος Κωσταντίνος Μαζαράκης Αινιάν (Καπετάν Ακρίτας) για τους Σαρακατσαναίους.


2-5-1905 Μπήκαμε στα δάση του Βερμίου κατευθυνόμενοι προς τις υψηλές κορυφές του Καρατάς περνώντας από το χωριό Ράχοβο , μπατσό , Δόλιανη και άλλο μπατσό μετά από εικοσάωρη νυχτερινή πορεία μέσα στο δάσος από έλατα. Το κρύο ήταν πολύ δυνατό και αναγκαστήκαμε να ανάψουμε φ φωτιές αλλά ήταν αδύνατον να κοιμηθούμε από το πολύ κρύο. Την επομένη ξεκινήσαμε για το Άνω Σέλι. Ξέραμε ότι εκεί κοντά υπήρχαν ποιμένες . Ο Νικολάκης Καπούλας , γνωστός τσέλιγκας Σαρακατσάνος και ο Βασίλης Σέρμπης βλαχόφωνος, φανατικοί Έλληνες.
Φτάσαμε σε ωραίο ψηλό οροπέδιο. Είναι η πρώτη ανάπαυση . Η θέση ρομαντική , κοντά στα νεροπρίονα. Έλατα , καταρράκτες και καλύβες . Μας υποδέχτηκαν εγκάρδια. Βάλαμε καραούλια και κοιμηθήκαμε όλη την ημέρα κατάκοποι από την συνεχή πορεία και την αλλαγή τρόπου ζωής. Στο εξής έπρεπε να κοιμόμαστε την ημέρα σε κρυφά λημέρια και να προχωράμε ο βράδυ. Εκεί μέσα στο πυκνό δάσος κοιμηθήκαμε τον πρώτο ύπνο του αντάρτη, με την κάπα και τον ουρανό με τα άστρα από πάνω για σκέπασμα.
Όταν ξυπνήσαμε βρεθήκαμε μπροστά σε ένα Σαρακατσάνικο συμβούλιο γύρω από μια μεγάλη φωτιά. Ο Χρήστος Βασίλης Σέρμης ήταν ο μεγαλύτερος και ο πλουσιότερος των τσελιγκάδων του τόπου. Φανατικός διώκτης του ρουμανισμού εθεωρείτο και ο αρχηγός τους.
Ο Νικόλαος Καπούλας , Σαρακατσάνος , γλυκός και μετρημένος, καλός και γενναίος πατριώτης όπως όλοι οι Σαρακατσαναίοι που μιλούσαν μόνο ελληνικά με φυσιογνωμίες ωραίες και με την άσπρη φουστανέλα τους κυριαρχούν με τα κοπάδια τους σε όλα τα βουνά της παλιάς Ελλάδας, Μακεδονίας και της Βουλγαρίας την στιγμή που πάνω από δέκα χιλιάδες Σαρακατσαναίοι καθαροί Έλληνες ευρίσκονται στην περιοχή του Αίμου. Όλοι συνδέονται με συγγενικούς και επιγαμικούς δεσμούς. Διατηρούν ελληνικότατες παραδώσεις , ελληνικά κλέφτικα τραγούδια και φέρονται με ιπποτισμό και λεπτότητα στις γυναίκες τους και γιαυτο τον λόγο τους ειρωνεύονται πολλές φορές οι χωριάτες.
Είναι ασαφές από ποια εποχή ζουν σαν νομάδες και από πού άρχεται η καταγωγή τους . Πάντως έχουν καθαρά ελληνικά αισθήματα. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η κοιτίδα τούς είναι η Ακαρνανία και η Ήπειρος . Σταδιακά διασπάστηκαν σε όλα τα βουνά της χερσονήσου του Αίμου οπού το καλοκαίρι ζουν με τα κοπάδια τους σε καλύβες από έλατα. Τον χειμώνα από του Αγίου Δημήτριου κατεβαίνουν στις πεδιάδες ,οπού νοικιάζουν λιβάδια και εκεί εμπορεύονται τυριά , το βούτυρο και άλλα προϊόντα . Αυτοί που έρχονται από τον Αίμο κατεβαίνουν στην κοιλάδα της Ανδριανουπόλεως, αυτοί που κατεβαίνουν από Μορίχοβο πηγαίνουν στην Χαλκιδική αυτοί από το Βέρμιο στην Κατερίνη και ούτω καθεξής .Είναι ευφυέστατοι , είρωνες , πιστοί και ειλικρινείς , ευκίνητοι και γενναίοι. Εμπνέουν εμπιστοσύνη , σε αντίθεση με τους βλαχόφωνους οι οποιοι στην ζωή τους διακρίνονται για την πονηριά τους και την φιλοχρήματη ζωή.
Εχουν όμως και αυτοί τις αρετές της ευφυΐας και της γενναιότητας.
Οι δυο αυτές κατηγορίες αλληλουποβλέπονται. Επιγαμίες μεταξύ τους δεν γίνονται. Οι Σαρακατσαναίοι οπουδήποτε και αν βρεθούν και στο βουνό και στον Αίμο ακόμη, έχουν μαζί τους πάντοτε έναν ελληνοδιδάσκαλο. Στους Σαρακατσαναίους λοιπόν αυτούς έχουμε απεριόριστη εμπιστοσύνη . Αυτούς χρησιμοποιήσαμε ως πρώτα γιατάκια (γιατάκι είναι το μέρος , που μένει κάποιος φυλασσόμενος και τροφοδοτούμενος κρυφά) και στο Βέρμιο και στο Μερίχοβο. Ονομαστές πατριαρχικές οικογένειες και πολύ εύπορες είναι οι Φαρμακαίοι, οι Σουλτογιανναίοι, Γιώργο-Πασσά Καπούλας και άλλοι.
3/51905. Εμείναμε δυο ημέρες στο ωραίο αυτό λημέρι. Μας περιποιήθηκαν πολύ. Ψήσαμε αρνιά στην σούβλα και κοκορέτσι , χορέψαμε λεβέντικα αντάρτες και νεαροί ποιμένες μαζί και το βράδυ κοιμηθήκαμε σε ωραίες καλύβες από κλαδιά ελάτων. Ηταν η πρώτη ανάπαυσης . Τα βράδια γύρω από την μεγάλη φωτιά ο γέρο Κλωναράς , τρομερός ληστής επικηρυγμένος, ήδη ογδοντάχρονος και σχεδόν τυφλός, έδινε κλέφτικες συμβουλές. Κάποια στιγμή με παρέσυρε μόνο μου σαν συμπατριώτη του, διότι κατάγονταν από την Φθιώτιδα και μου συνιστά να προφυλάγομαι για να μην χτυπηθώ. «Ο Καλός ο κλέφτης έλεγε δεν ντουφεκίζετε συχνά». Μου διηγήθηκε επίσης τα κατά τον θάνατο του ήρωα Μπρούφα και του ονομαστού για την ομορφιά του συντρόφου του Γεωργαντά , Σαρακατσάνου από το Τικφές (πέρα απο τα σύνορα μας) βόρεια από το Μορίχοβο.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Ύμνος στο ελληνικό ποιμενικό.

 Επί χιλιάδες χρόνια τα σκυλιά (ελληνικά ποιμενικά) ηταν ο άγρυπνος φύλακας των ελληνικών κοπαδιών. Σκυλιά δυνατά, άγρυπνα που η εκπαίδευση τους χάνετε μέσα στα βάθη των αιώνων. Ποιος ξέρει πως και ποιοι πριν από χιλιετηρίδες, απόλυτοι γνώστες της ποιμενικής ζωής αλλα και της αντίληψης των σκύλων έμαθαν και έφεραν τον σκύλο κοντά στον κοπάδι. Αν σκεφτούμε σε βάθος θα καταλάβουμε ότι δεν είναι εύκολο να φέρεις τον ένα κόσμο κοντά σε έναν άλλον. Δεν είναι εύκολο το σαρκοφάγο σκύλο να τον φέρεις κοντά στο πρόβατο. Όχι μόνο να τον φέρεις κοντά αλλα να του αλλάξεις τα ένστικτα του αλλα και την συνείδηση. Να το μάθεις όχι μόνο να μην κατασπαράζει τα μέλη του κοπαδιού για τις ανάγκες της επιβίωσης του αλλα να το μάθεις να τα προσέχει και ας πεθαίνει από την πείνα. Με αλλα λόγια επεμβαίνεις και απομονώνεις τα ένστικτα του προς όφελος της συνείδηση του. Εδώ δεν μιλάμε για το σήμερα που στις ποιμενικές φυλές των σκύλων η φύλαξη των κοπαδιών έχει γίνει πλέων γονίδιο και τρόπος ζωής που διδάσκετε από ποτέρα-μάνα σε γιο κόρη αλλα μια εποχή που οι αγέλες των σκύλων κατασπάραζαν ότι έβρισκαν μπροστά τους.

Σήμερα μίλαγα με τον
Γιάννης Τσίτσιος
ο οποίος σαν παιδί είχε ζήσει την σαρακατσάνικη ζωή κοντά στα κοπάδια. Κάποια στιγμή η κουβέντα ήρθε στα σκυλιά που φύλαγαν τα κοπάδια.
Μου ανέφερε ότι μόνο βόρεια της Λαμίας υπήρχαν δεκάδες στάνες με χιλιάδες γιδοπρόβατα και δεκάδες ίσως και εκατοντάδες σκυλιά.
Όλα αυτά τα χιλιάδες γιδοπρόβατα μέσα σε δυο χρόνια πουλήθηκαν.
- Και τα σκυλιά τι έγιναν ρε Γιάννη.
-Έμειναν μόνα τους στα βουνά της Όθρυς παρατημένα.
Δεν το χώρεσε το μυαλό μου. Οι φύλακες των κοπαδιών εγκαταλείφτηκαν στην μοίρα τους; Οι απόγονοι των άγρυπνων φρουρών που επί χιλιάδες χρόνια ηταν οι άγρυπνοι φύλακες της ελληνικής υπαίθρου εγκαταλείφτηκαν στα βουνά τόσο άδοξα; Δεν το χώραγε το μυαλό μου.
-Και τι απέγιναν αυτά τα σκυλιά Γιάννη;
-Άστα Γιώργη. Αυτά τα σκυλιά από κάποια στιγμή και έπειτα άρχισαν να δημιουργούν προβλήματα, έμπαιναν στις αυλές , στα αποθήκες , έτρωγαν κότες και ότι έβρισκαν.
-Και;
-Βγήκε το δασαρχείο με την αστυνομία και επί μέρες σκότωναν όποιο σκυλί έβρισκαν μπροστά τους. Τα περισσότερα τα σκότωσε το δασαρχείο και η αστυνομία, τα υπόλοιπα τα έφαγαν οι λύκοι.
Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτή την σκληρή πραγματικότητα. Τόση αμορφωσιά, τόση αγένεια , τόση απαιδευσιά. Άνθρωποι τελείως ,αμόρφωτοι, απαίδευτοι, αχάριστοι χωρίς ίχνος ευγνωμοσύνης, λύπησης, για ένα ζωντανό που επί χιλιάδες χρόνια προστάτευε τις περιουσίες τους το άφησαν να χαθεί έτσι άπλα και ξαφνικά . Δεν είναι μόνο το ζωντανό που χάθηκε. Είναι όλα όσα έφερνε μαζί του επί χιλιάδες χρόνια. Ο σεβασμός , η εκπαίδευση , η αγάπη, η συντροφιά, η παρέα, η αυτοθυσία, και ένας ολόκληρος τρόπος ζωής, η αντίληψη.
Με θλίψη στην καρδιά μου αναρωτιέμαι αν τελικά άξιζε ή αξίζει που μετά από χιλιάδες χρόνια αλλάξαμε τον τρόπο ζωής μας; Ήμασταν έτοιμοι σαν άνθρωποι να δεχτούμε αυτόν τον τρόπο ζωής που μας ήρθε απ όπου και αν ήρθε; Ακόμη χειρότερα, τώρα που γίναμε αυτοί που γίναμε όλοι μας, έχουμε το θάρρος να κοιτάξουμε πίσω για να δούμε τις ρίζες μας. Και να τις κοιτάξουμε, είμαστε σε θέση να τις καταλάβουμε; Να δούμε τις αδυναμίες και τα λάθη μας και κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να τα παραδεχτούμε;
Όχι δεν είμαστε.