Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ  κάποτε έγραψε ... .....
«Αν δει κανείς τους Σαρακατσάνους να περιφέρονται σε μια επαρχιακή πόλη, ξαφνιάζεται από την κορμοστασιά, την υπερηφάνεια και την ευγένειά τους. Ο Σαρακατσάνος δεν φοβάται ν' ατενίσει τον ήλιο κατάματα.
Ο Μπάρμπα Γιώργος ο Κοντογιώργος συγκέντρωνε πάνω του όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Έμαθε να περιπατάει κοντά στα πρόβατα από τότε που γεννήθηκε ανεβοκατέβαινε τα βουνά και πήρε από αυτά το πνεύμα της ανεξαρτησία και της ελευθερίας όπως όλοι οι πρόγονοι του. Αψύς αεικίνητος και σκληρός με τον εαυτό του γιατί έτσι τον έμαθε η ζωή του. Στο περιβόλι που διατηρώ στο χωριό τον είχα σύντροφο. Η φωνή του δυνατή και καθάρια σαν τα νερά των βουνών που τον ξεδίψαγαν. Δεν είχε δεύτερη κουβέντα, Ο λόγος του συμβόλαιο και δεν σήκωνε αμφισβητήσεις. Όλη την ημέρα τον έβλεπα κοντά στα πρόβατα. Οι διαταγές του ακούγοντας από μακριά. Πολλές φορές το παρακολουθούσα και τον θαύμαζα για τον τρόπο που κουμαντάριζε τα ζωντανά του.  Χρόνια κοντά τους είχε αποκτήσει έναν δικό του κώδικα επικοινωνίας που πολλές φορές έλεγα ότι το μυστικό που  κάνει τα πρόβατα του να τον ακούν δεν ήταν οι φωνές του αλλά ο τόνος και η χροιά  της φωνής του που έβγαινε μέσα από την ψυχή του.
Θυμάμαι ότι ο μπάρμπα Γιώργος δεν λογάριαζε βροχές χιόνια και αντάρες Όταν έρχονταν η ώρα να βγάλει το κοπάδι του έμπαινε αυτός μπροστά και από πίσω ακλουθούσαν τα «πράματα» όπως τα έλεγε. Από το περιβόλι μου τον παρακολουθούσα με ένα σακάκι η μια ζακέτα να περιπατάει μέσα στην βροχή. Δεν κρύωνε και δεν αρρώσταινε ποτέ γιατί έτσι τον έμαθε η σαρακατσάνικη ζωή του.
Το μεγάλο του παράπονο ήταν ο χαμός της γυναίκας του. Μου έλεγε πάντα Γιώργο δεν είναι σωστό να φεύγει πρώτα η γυναίκα. Ο άντρας δεν τα καταφέρνει μονός του δεν μπορεί την μοναξιά. Η γυναίκα είναι αλλιώς τα βγάζει πέρα μαναχή της .  
Όταν όμως έρχονταν η ώρα για τραγούδι αναστέναζε ο τόπος.  Μπορεί να τραγουδούσε ώρες ολόκληρες να σταμάταγε για να μολογήσει  ιστορίες για τον Κατσαντώνη και του προγόνους του που πολέμησαν μαζί του και να πιάνει πάλι το τραγούδι. Πότε τραγουδούσε και πότε σταμάταγε δεν μπορούσε να του το επιβληθεί κανένας. Μόνος του το αποφάσιζε.   Αφηγηματικός και ευχάριστος ο μπάρμπα Γιώργος πολλές φορές μου μολόγαγε ιστορίες για τα πρόβατα για λύκους τσακάλια φίδια, για ξωτικά και καλότυχες  για κλέφτες κρύα χιόνια αρρώστιες για τσοπάνους και τσελιγκάδες για ταξίδια στα βουνά και στα λαγκάδια. Ωκεανός η ψυχή του ήθελε να πει και να μάθει όλος ο κόσμος τον πόνο του και τη χαρά του τα τραγούδια του και τις ιστορίες του. Ο μπάρμπα Γιώργος έφυγε αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο κενό σε όλους όσους τον ήξεραν διότι ήταν άνθρωπος ζωντανός μέχρι τη τελευταία ημέρα και η παρουσία του γίνονταν πάντα αισθητή οπού και να ήταν. Εγώ προσωπικά έχασα έναν καλό σύντροφο . Κάθε μέρα με τα σελαγίσματα με τις φωνές του με τις ιστορίες του τα τραγούδια του μου γέμιζε τη ημέρα αλλά πάνω απ όλα μου έδινε χαρά στην ψυχή μου.
Καλό σου ταξίδι μπάρμπα Γιώργο Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.